Ντουντούκα
Θρύλε των γηπέδων, Ολυμπιακέ!

Το μέλι και η Ποπ 84

Το μέλι και η Ποπ 84
Παρασκευή, 19 Απριλίου 2013 - 01:25

Το ορθό της χρονικής ανάδειξης μίας διοργάνωσης είναι σχετικό. Τα τελευταία χρόνια, οι Ισπανοί υπεύθυνοι της Ευρωλίγκας είδαν στο Champions League την εξομοίωση της δικής τους διοργάνωσης. Αποφάσισαν να κρατήσουν τη μορφή του Final 4, η οποία υπάρχει… προπολεμικά στο NCAA και να καθυστερήσουν το τέλος της διοργάνωσής τους, πηγαίνοντάς την το πρώτο δεκαήμερο του Μάη.

Τα Final 4 της FIBA γινόντουσαν Απρίλιο. Μέσα στο κέντρο της άνοιξης. Για τους τωρινούς εφήβους που οροθετούν τον ονειροκόσμο τους μέσα από τις εποχές, αυτό είναι κάπως ανοίκειο. Για τους τοτινούς εφήβους, ο Απρίλης ήταν ο μήνας του Final 4. Και ο Απρίλης του 1994, στο Τελ Αβίβ, ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά που δύο ελληνικές ομάδες θα έπαιζαν σε ημιτελικό. Η πρώτη, αλλά όχι η τελευταία. Ως πρώτη, όλη η πιάτσα είχε σηκωθεί στο πόδι. Και η ψυχραιμία είχε δώσει τη θέση της στη φρενίτιδα.

Είναι πώς και πότε μεγαλώνει κάποιος.

Ολυμπιακός εναντίον Παναθηναϊκού στο «Γιαντ Ελιάου», δίχως Μακκαβαίους να βλέπουν την αγαπημένη τους ομάδα του λαού να παίζει στο σπίτι της, με χλιαρούς Καταλανούς της Μπαρτσελόνα και της Μπανταλόνα, στην τελευταία ευκαιρία του εμβληματικού Έπι, του Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο, να σηκώσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών, αλλά και του, ακόμα και αν δεν το ήξερε τότε, Νίκου Γκάλη. Το παλκοσένικο ήταν φτιαγμένο με ερυθρό, λευκό και πράσινο και η… πλάση περίμενε αυτήν τη διοργάνωση.

Αυτό ήταν το κλίμα. Το Τελ Αβίβ έγινε το κέντρο του κόσμου για την Ελλάδα. Στη συνέντευξη Τύπου της 18ης Απριλίου του 1994 ο Γιάννης Ιωαννίδης κάθισε απέναντι στον Κώστα Πολίτη και σε μία στιγμή αυτοσχεδιασμού δημιουργήθηκε μία από τις πιο περίφημες ιστορίες του ελληνικού μπάσκετ. Ο Πολίτης ξεκίνησε να μιλάει και πάνω στην έξαψη των λόγων, του ξέφυγε αυτό που άφηναν ο Αισχύλος, ο Ευρυπίδης και ο Σοφοκλής να ξεφεύγει από τους δικούς τους ήρωες. «Μετά το τέλος των παιχνιδιών είθισται ο ηττημένος να δίνει το χέρι του στον νικητή, για αυτό και μετά τη λήξη του ημιτελικού θα περιμένω τον Γιάννη (σ.σ. Ιωαννίδη) να μου δώσει το χέρι του», είπε ο προπονητής του Παναθηναϊκού. Και ο «Ξανθός», με το πηγαίο χιούμορ που του χάριζε πιστούς και την ένταση που τον έκανε τόσο απαραίτητο στις ομάδες του την εποχή της παράνοιας του ελληνικού μπάσκετ, απάντησε με τρόπο που δεν τον ξέχασε όποιος βρέθηκε εκεί και όποιος διάβασε την ιστορία, ως ραβασάκι από κάπου που είναι Ευρώπη και Ασία, αλλά που δεν ήταν ούτε Ευρώπη ούτε Ασία. «Ο παππούς μου έλεγε, ”τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι». Σχεδόν 24 ώρες μετά, το απόγευμα της Τρίτης της προηγούμενης από τη Μεγάλη Εβδομάδα, που οι πιστοί την αποκαλούν «Βουβή», ο Πολίτης είχε μετανιώσει για αυτήν τη σκηνή. Έβαλε, στον ομόλογό του, φάκα στην οποία έπεσε ο ίδιος μέσα.

Ο Μπόζα Μάλκοβιτς δεν θα απαντούσε ποτέ έτσι. Ο Γιουγκοσλάβος τεχνικός δεν ήταν στο Τελ Αβίβ, αν και ήταν ο τεχνικός της πρωταθλήτριας Ευρώπης Λιμόζ. Την προηγούμενη χρονιά, στον Πειραιά, παίχτηκε το αριστούργημά του. Αλλά στους προημιτελικούς του 1994 δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον Γκάλη και στον Χρήστο Μυριούνη, στο μικρό κλειστό της Γλυφάδας, και οι «Λιμουζό» έμειναν εκτός τελικής φάσης.

Η αλήθεια είναι ότι ο Μπόζα είχε δύο αριστουργήματα και σε αυτά έμεινε: η Λιμόζ ήταν ισοϋψές με την Γιουγκοπλάστικα, διότι δαπανήθηκε περισσότερη σκέψη για να στηθεί. Ψάχνεις να βρεις τη ρίζα της σκέψης αυτού του μεγαλοφυούς με το ράθυμο βλέμμα, και η Λιμόζ σε μπερδεύει. Μοιάζουν με δύο αντιθετικές ιστορίες, δύο δημιουργήματα τα οποία σκαρφίστηκαν δύο διαφορετικοί οραματιστές, που η οπτική τους για τη ζωή έμοιαζε εντελώς διαφορετικοί. Αλλά εντός της μεγαλειότητας του Μπόζα, ουδείς ήξερε τι συνέβαινε.

Παρ’ όλα αυτά και εκείνος την είχε πατήσει. Η πιο κλασική «δόκτορ Φρανκενστάιν» ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, είναι όταν γύρισε το τέρας που έφτιαξε στο Σπλιτ και τον έφαγε.

Στις 18 Απριλίου του 1991 η Ποπ 84 επιβεβαίωσε κάτι που δεν έβγαινε καν ως προσδοκία: την είσοδό της σε τρίτο συνεχόμενο τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Ήταν σαν να έχασε ο Σαμψών την κόμη του, αλλά να έβρισκε τον τρόπο να παραμείνει εξίσου δυνατός. Καμία ομάδα στην ιστορία (πλην ίσως του περυσινού Ολυμπιακού) δεν άντεξε την αφαίμαξη που υπέστη η Γιουγκοπλάστικα το προηγούμενο καλοκαίρι. Ο Ντίνο Ράτζα είχε πάει στη Ρώμη και το συμβόλαιο που υπέγραψε του απέφερε περισσότερα χρήματα από εκείνα που έπαιρνε ο Ντιέγκο Μαραντόνα στη Νάπολη. Ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς, αρχηγός της Γιουγκοπλάστικα, ακολούθησε τη διαδρομή που ακολούθησαν οι πρόγονοί του, τη δεκαετία του ’70 και εκείνη του ’80: πήρε τον δρόμο προς τη γλυκόπιοτη Δύση, για να βρει τα καλά χρήματα που ήθελε, αλλά και να δημιουργήσει δεσμούς οι οποίοι κρατούν καλά ακόμα.

Η κίνηση που φάνηκε ότι πλήγωσε περισσότερο από όλα τους… εκκολαπτόμενους Κροάτες (μια και δεν είχε γίνει ακόμα η διχοτόμηση, που βρισκόταν προ των γιουγκοσλαβικών πυλών) ήταν η φυγή του Μπόζινταρ Μάλκοβιτς στη Βαρκελώνη. Από την Μπαρτσελόνα αποφάσισαν να πάρουν εκείνον που τους σκότωσε στον ημιτελικό του Μονάχου και στον τελικό της Σαραγόσας. Η απορρύθμιση της Γιουγκοπλάστικα Σπλιτ ξεκινούσε από τον επιστήμονά της.

Αλλά, στις 18 του Απρίλη, ο Τόνι Κούκοτς και ο Ζόραν Σάβιτς, ο Βέλιμιρ Περάσοβιτς και ο νεαρός Γιαν Τάμπακ, ο Άιβι Λέστερ και ο οξύνους Ζντέντκο Σρετένοβιτς, σήκωσαν στον ουρανό του Παρισιού το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Κανείς, μετά, δεν κατάφερε να μιμηθεί τη Γιουγκοπλάστικα Σπλιτ. Η πρώτη φορά που ηττήθηκε ο Μπόζα, ήταν όταν απαρνήθηκε τις μάλλινες ζακέτες που φορούσε στο Σπλιτ για τα κοστούμια στην Καταλονία. Η δεύτερη ήταν όταν του έδειξαν ο Σάβιτς και ο Κούκοτς (ο πρώτος ήταν ο αληθινός MVP και ο δεύτερος πήρε το βραβείο εκείνου του Final 4) ότι έπρεπε να παραμείνει στις ζακέτες.

Διαβάστε επίσης

Στο Final 4 η Ρεάλ!

Στο Final 4 η Ρεάλ!

Η «βασίλισσα» νίκησε στο Τελ Αβίβ την Μακάμπι με 57-69 και πήρε το πρώτο εισιτήριο για το Λονδίνο...