Ντουντούκα
Θρύλε των γηπέδων, Ολυμπιακέ!

Εγώ, ο Ίγκορ (τρία)

Εγώ, ο Ίγκορ (τρία)
Παρασκευή, 13 Σεπτεμβρίου 2013 - 17:20

Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1957 η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία αποφάσισε να επιτρέψει στον Εθνικό να παίξει στο πρωτάθλημα Πειραιώς. Ο Εθνικός είχε μηδενιστεί στις 20 Μαΐου του ίδιου έτους, ενώ ήταν διεκδικητής του πρωταθλήματος. Ο λόγος που στην ΕΠΟ αποφάσισαν να τον τιμωρήσουν, ήταν ότι ο Γιώργος Καρέλας έκανε την απόλυτη υπέρβαση, έχοντας συμφωνήσει σε όλα με τους Ζόλταν Τσίμπορ και Σάντορ Κότσιτς. Οι δυο τους ήταν μέλη της εθνικής Ουγγαρίας που ήταν αήττητη από το 1950 έως και τον τελικό του Μουντιάλ του 1954, όταν και έχασαν από τη Δυτική Γερμανίας στο περίφημο «Θαύμα της Βέρνης». Με τα στρατεύματα των Σοβιετικών να κάνουν το πρόσωπο του κομουνισμού ακόμα πιο τραχύ και σκληρό, οι Ούγγροι έφυγαν για τουρνουά στο Μπιλμπάο και αυτομόλησαν εκεί. Ο Φέρεντς Πούσκας έμεινε στην Ισπανία και βρήκε δουλειά στη Ρεάλ Μαδρίτης- αφού πρωτύτερα η Ίντερ τον είχε απορρίψει επειδή ήταν μεγάλος- και οι Τσίμπορ και Κότσιτς βρέθηκαν στην Μπαρτσελόνα μετά την αποτυχημένη απόπειρα να παίξουν στον Εθνικό. Τότε οι «κυανόλευκοι» είχαν κατηγορηθεί ότι παίρνουν παίκτες επ' αμοιβή και η συμφωνία είχε ακυρωθεί, με συνέπειες για την ομάδα του Πειραιά.

Αυτή η ιστορία επαναλήφθηκε στο ελληνικό πόλο, αν και το δράμα δεν ήταν παρόμοιο. Θα μπορούσε να πει κάποιος, πάντως, ότι η ιστορία ήταν ίδια. Όταν η ενωμένη Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε, η αθλητική εντοπιότητα ήταν ένα στοιχείο που χάθηκε. Οι περισσότεροι Γιουγκοσλάβοι μετανάστευσαν. Από το 1991 και μετά, οι μόνες ομάδες που κράτησαν τους παίκτες τους για ένα χρόνο, ήταν η Παρτίζαν το 1991- όταν και προπονούταν στη Φουενλαμπράδα, για το Κύπελλο Πρωταθλητριών, το οποίο και κατέκτησε- ο Ερυθρός Αστέρας στο ποδόσφαιρο, ο οποίος ουσιαστικά υπέστη τη μεγαλύτερη δυνατή αφαίμαξη το καλοκαίρι του 1992 και επί της ουσίας διαλύθηκε. Μετά ήταν η ομάδα του Ερυθρού Αστέρα στο πόλο. Ο Νίκολα Στάμενιτς είχε στην διάθεσή του πολλούς σπουδαίους παίκτες, σταρ εκείνης της εποχής, όπως ήταν ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς, αλλά και μελλοντικούς αστέρες, όπως ήταν ο Αλεξάντερ Σάπιτς, αλλά και ο Βλαντιμίρ Βουγιασίνοβιτς. Το καλοκαίρι του 1992 ο πρώτος ήθελε να φύγει για τη Δύση. Και τότε στον δρόμο του βρέθηκε ο Ολυμπιακός.

Στην αφήγησή του στη συνέντευξη που έδωσε στο gavros.gr, ο Μιλάνοβιτς ερωτάται αν είχε ποτέ σκοπό να έρθει να παίξει ή να δουλέψει στην Ελλάδα. Οπότε θυμήθηκε εκείνη την παλιά ιστορία του 1992, την οποία, πάντως, δεν αρκεί να την αντιλαμβάνεται ως μία απλώς χαμένη μεταγραφή.

Το καλοκαίρι του 1992 ο τότε πρόεδρος του Ερασιτέχνη Ολυμπιακού, Λεωνίδας Θεοδωρακάκης, έχει πολλά όνειρα για την ομάδα πόλο Ανδρών. Έχει ως στόχο να φτιαχτεί ένα κολυμβητήριο που θα είναι μόνο δικό της- μάλιστα θα παρουσιάσει στους παίκτες του, μετά από μία ήττα από τον Εθνικό στη Λέσχη- έχει ήδη κατακτήσει το πρώτο πρωτάθλημα μετά από 21 ολόκληρα χρόνια και οι φιλοδοξίες του ξεφεύγουν από τα ελληνικά σύνορα και εκτείνονται προς την Ευρώπη. Οι Γιουγκοσλάβοι της Σερβίας ήταν πάντα προσιτοί προς τα ελληνικά δεδομένα, αφού είναι ομόθρησκοι και παραδοσιακά στη χώρα νιώθουν οικοδεσπότες και όχι φιλοξενούμενοι*.

*Αυτό, άλλωστε, είπε και ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς. Ευχαρίστησε τον Κυριάκο Γιαννόπουλο και τους υπόλοιπους ανθρώπους- και τις οικογένειές τους- με τους οποίους τους συνδέει μία μακρόχρονη φιλία. Αυτό, βεβαίως, θα γίνει περισσότερο εμφανές με την εικόνα.

Εκείνη την εποχή ήταν που ο Ίλια Ίβιτς έφθασε στο Φάληρο, ο Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς πήγε στην ΑΕΚ, ο Λιούμπομιρ Πέτροβιτς και ο Ίβιτσα Όσιμ ανέλαβαν προπονητές του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού αντιστοίχως, ο Γιάννης Ιωαννίδης έφερε τον Ζάρκο Πάσπαλι στον Ολυμπιακό- και τους Μίλαν Τόμιτς, Φράνκο Νάκιτς, Ντράγκαν Τάρλατς, τον οποίο προτίμησε από τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα, μία κίνηση για την οποία ο Γιώργος Λούβαρης έκανε 6 μήνες να του μιλήσει- ενώ οι σύμβουλοι του Γιώργου Βαρδινογιάννη έκαναν ένα τεράστιο λάθος, βάζοντας στο μυαλό του τότε προέδρου του Παναθηναϊκού την ιδέα ότι ο Όσιμ ήθελε μίζα, όταν πρότεινε να πάρουν έναν παικταρά, τον Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς, ο οποίος δεν ήθελε να μεταναστεύσει στην Ισπανία. Για την ιστορία, εκείνο το ποσό δεν ήταν μεγάλο και ο Μιγιάτοβιτς κατέληξε στη Βαλένθια, όπου την πρώτη χρονιά του πέτυχε 40 γκολ σε 29 ματς, οπότε. αντίο Γρανάδα.

Τον Μιλάνοβιτς, βεβαίως, τον ήξερε όλος ο κόσμος. Με τον Στάμενιτς, που είχε αναλάβει την εθνική Γιουγκοσλαβίας μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ, δεν βρήκε την ευκαιρία να πάει στη Βαρκελώνη, το 1992. Αλλά βρήκε την ευκαιρία να κάνει περατζάδα στον Πειραιά. Και ο Λεωνίδας Θεοδωρακάκης βρήκε την ευκαιρία να κλείσει τον κορυφαίο πολίστα που θα είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα, πάνω και από τον Ντμίτρι Απανασένκο. Εδώ που τα λέμε, τα ρεκόρ του Σοβιετικού- όπως τα 156 γκολ που πέτυχε με το σκουφάκι του ΝΟ Χίου- τα οποία και είναι ακατάρριπτα, όπως τα 22 γκολ σε ένα παιχνίδι, ο Μιλάνοβιτς θα μπορούσε να τα έχει κάνει νωρίτερα και με αριθμούς μεγαλύτερους απ’ ό,τι το «Τρελό Άλογο» του παγκόσμιου πόλο. Αυτό που συνέβη, βεβαίως, είναι ότι δεν έπαιξε ποτέ με το ερυθρόλευκο σκουφάκι, ως εκ τούτου χάθηκε μοναδική ευκαιρία. Η εξήγηση που έδωσε ο ίδιος ήταν με βάση την ενημέρωση που είχε από τον Θεοδωρακάκη εκείνη την εποχή. Ότι, δηλαδή, έγινε γνωστό πως ο Ολυμπιακός πήρε τον Μιλάνοβιτς, οι ομάδες συντάχθηκαν και αποφασίστηκε να μην έρθουν ξένοι στην Α1 εκείνη τη σεζόν! Έτσι ο Γιουγκοσλάβος φουνταριστός πήρε την απόφαση να παίξει στη Ρόμα, μόνο που δεν ζήτησε… ένα δολάριο παραπάνω από τον Ντίνο Ράτζα, που την προηγούμενη χρονιά είχε πάει στην ομάδα της «αιώνιας πόλης» και είχε κάνει το ίδιο, είχε ζητήσει, δηλαδή, ένα δολάριο παραπάνω από τον Ντιέγκο Μαραντόνα, ποδοσφαιριστή της Νάπολι!

Θα είχε αλλάξει κάτι με τον ερχομό του Μιλάνοβιτς τόσο νωρίς στον Ολυμπιακό; Στο πρώτο μέρος της σειράς των κειμένων (εδώ το δεύτερο) ο αναγνώστης μπαίνει σε ένα κλίμα, έστω πολύ περιληπτικά, για το τι έκανε ο Μιλάνοβιτς αυτές τις δύο εβδομάδες στη Γλυφάδα. Είναι πιθανό ότι κάποια πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αν και είναι παιδιάστικα ενθουσιώδες να συμπεράνει κάποιος ότι οι καταστάσεις θα άλλαζαν ριζικά. Ίσως να είχε στραφεί νωρίτερα προς την Ευρώπη ο Ολυμπιακός, σε σχέση με αυτό που έκανε, με τέτοια δύναμη πυρός στο οπλοστάσιό του και σε αυτήν την ηλικία (26 χρονών). Ωστόσο, οι «ερυθρόλευκοι» δεν έχουν αυτό το απωθημένο τώρα. Ο Μιλάνοβιτς, όπως και οι δάσκαλοι του γιουγκοσλάβικου αθλητισμού, βλέπει διαφορετικά το παιχνίδι από ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος. Πρόκειται για έναν σπόρτσμαν ο οποίος άλλαξε τη δομή της προπόνησης στις ομάδες του, με αποτέλεσμα να έρχονται ακόμα και Ούγγροι για να παρακολουθήσουν τις προπονήσεις του- κάτι που για εκείνον αποτελεί ύψιστη τιμή- και που ταξιδεύει, που πάει στην Αίγυπτο για να μεταλαμπαδεύσει τα μυστικά του πόλο μέσα από την απλότητα. Είναι μία πραγματικά ξεχωριστή προσωπικότητα, ενώ στο παρακάτω βίντεο μπορεί κάποιος να διακρίνει τη σεμνότητα όταν μιλάει στους γονείς των παιδιών. Είναι δύσκολο να καταλάβεις, βέβαια, πόσο σοβαρά παίρνουν οι ίδιοι οι γονείς την πρόοδο των παιδιών τους στο παιχνίδι αυτό καθ’ αυτό, ειδικά όταν η προτεραιότητα για τον καθένα από αυτούς είναι οι σπουδές, προφανώς, την ώρα που ο υπεύθυνος των ακαδημιών της Παρτίζαν (όλοι την τονίζουν Παρτιζάν, ενώ το σωστό, αν λάβεις υπ’ όψιν σου τον τόνο που βάζουν οι Σέρβοι, είναι ότι αποκαλείται Πάρτιζαν), τους μιλάει για το τι συνέβη τις δύο αυτές εβδομάδες με παραπάνω από τη δέουσα σοβαρότητα: σαν να είναι το συγκεκριμένο πράγμα το πιο σημαντικό και όλοι οι ακροατές να βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος, στον ίδιο παρονομαστή. Και δεν το κάνει μόνο στην Αθήνα. Το κάνει σε διάφορες πόλεις στις οποίες βρίσκεται για να μεταλαμπαδεύσει τα μυστικά του παιχνιδιού, «από τον νότο ως τον βορρά», όπως τόνισε χαρακτηριστικά.

Όπως και να έχει, ό,τι και να συμβαίνει, πρόκειται για μία προσωπικότητα του παιχνιδιού, που, στο κάτω κάτω της γραφής θεωρεί εαυτόν «τον τρίτο κορυφαίο πολίστα όλων των εποχών».

ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΚΕ ΚΑΙ ΤΑ ΘΗΡΙΑ

Στην ένδοξη, για την εθνική Γιουγκοσλαβίας, δεκαετία του ’80, ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς είχε για συμπαίκτη τον Ντράγκαν Άντριτς. Η χημεία μεταξύ τους ήταν τέλεια, τόσο που 25 χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ, ο Σέρβος θεωρεί τον Άντριτς «τον κορυφαίο συμπαίκτη που είχα ποτέ στην καριέρα μου. Στο δευτερόλεπτο που θα είχα μείνει ελεύθερος, θα μου είχε δώσει την μπάλα και θα είχα σκοράρει». Τον Άντριτς, ωστόσο, ο Μιλάνοβιτς τον είχε προπονητή στο μεγαλύτερο κάζο που έπαθε η Γιουγκοσλαβία τα τελευταία 40 χρόνια σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Δηλαδή το 1996, στην Ατλάντα.

Ήταν μία πραγματικά θλιβερή ιστορία. Ο Γιουγκοσλάβος φουνταριστός ήθελε πάρα πολύ να πάρει μέρος στους Αγώνες, την πρώτη διοργάνωση στην οποία συμμετείχε η χώρα που αργότερα θα ονομαζόταν Σερβία Μαυροβούνιο και τώρα Σερβία. Ωστόσο, ο τότε προπονητής της ομάδας, Νίκολα Στάμενιτς, δεν ήθελε να τον έχει στην αποστολή. Η επιθυμία του Μιλάνοβιτς ήταν μεγάλη και η πίεση που άσκησε αφόρητη. Ο Στάμενιτς δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του, αλλά όταν είδε την αμφιβολία στα μάτια των ανθρώπων της ομοσπονδίας, έκανε χώρο για να επιστρέψει ο Ίγκορ στην εθνική ομάδα της χώρας του. Έκανε χώρο κυριολεκτικά, μια και παραιτήθηκε. Λίγο καιρό πριν τους Αγώνες ο Ντράγκαν Άντριτς ήταν εκείνος που ανέλαβε την εθνική Γιουγκοσλαβίας. Στην Ατλάντα, οι Γιουγκοσλάβοι, που κάθε άλλο θύμιζαν ομάδα πεινασμένη για το χρυσό μετάλλιο, μετά από αποχή οκτώ χρόνων από τη διοργάνωση, έχασαν από την Κροατία και γύρισαν ατιμασμένοι στο σπίτι. Ήταν η τελευταία συμμετοχή του Μιλάνοβιτς σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ένα πικρό «αντίο».

Το «έγκλημα», που έγινε εις βάρος του Νίκολα Στάμενιτς και της εθνικής ομάδας της χώρας, παραγράφηκε. Για τον «Στρατηγό» ο Μιλάνοβιτς μιλάει με τα καλύτερα λόγια, με θρησκευτική ευλάβεια, αν και δεν είναι της παρούσης.

Ο Άντριτς ήταν ο καλύτερος συμπαίκτης που είχε, αλλά όχι ένας από τους κορυφαίους που έπαιξε ή είδε. Ο Μιλάνοβιτς αναφέρθηκε σε δύο πολίστες για τους οποίους τρέφει τον ανώτατο σεβασμό και τους οποίους θεωρεί καλύτερους από εκείνον. Τον Μιλιβόι Μπέμπιτς, συμπαίκτη του στη «χρυση» Γιουγκοσλαβία του 1984 στο Λος Άντζελες και του 1988 στη Σεούλ και τον Ούγγρο Τάμας Φάραγκο, έναν ζογκλέρ, εκτός των άλλων, τον «Πίστολ» Πιτ Μάραβιτς του πόλο, τον πρώτο που έδειξε ασκήσεις στην τηλεόραση. «Ο Μιλιβόι Μπέμπιτς και ο Τάμας Φάραγκο. Ήταν θηρία. Στην περίπτωσή τους υποκλίνομαι, και τους λέω “εσείς ήσαστε καλύτεροι από μένα”». Δηλαδή, είναι ο τρίτος καλύτερος πολίστας όλων των εποχών; «Έτσι όπως το έχω στο μυαλό μου, ναι».

Διαβάστε επίσης

Εγώ, ο Ίγκορ (τέσσερα)

Εγώ, ο Ίγκορ (τέσσερα)

Η σχέση με τον Νίκολα Στάμενιτς και το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο που θυμάται περισσότερο ο Μιλάνοβιτς.

Εγώ, ο Ίγκορ

Εγώ, ο Ίγκορ

Σε εικόνα η συνέντευξη του Ίγκορ Μιλάνοβιτς στον «ΓΑΥΡΟ» και στο gavros.gr, μαζί με τα πέντε μέρη που προηγήθηκαν.

Εγώ, ο Ίγκορ (δύο)

Εγώ, ο Ίγκορ (δύο)

Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης που παραχώρησε ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς στο gavros.gr, στη Γλυφάδα.

Εγώ, ο Ίγκορ (ένα)

Εγώ, ο Ίγκορ (ένα)

Μιάμιση ώρα με έναν από τους κορυφαίους πολίστες όλων των εποχών και έναν σπουδαίο δάσκαλο στη Γλυφάδα.