Ντουντούκα
Θρύλε των γηπέδων, Ολυμπιακέ!

Το Μυτάκι της Θρησκείας

Το Μυτάκι της Θρησκείας
Παρασκευή, 13 Ιουνίου 2014 - 21:37

Για τα Παγκόσμια Κύπελλα ποδοσφαίρου η Βραζιλία είναι θρησκεία. Υπάρχει παρελθόν, παρόν και μέλλον σε αυτή, αλλά κυρίως παρελθόν. Οι θρησκείες στηρίζονται, ως επί το πλείστον, σε κάποιον που περπάτησε στο νερό. Σε κάποιον που έκανε θαύματα και που δίδαξε μία φιλοσοφία. Αλλά και σε κάποιον που δεν εμφανιζόταν συχνά.

Η Βραζιλία δεν εμφανιζόταν συχνά. Κάθε τέσσερα χρόνια στον ποδοσφαιρικό κόσμο είναι μία δεκαετία στον κανονικό. Αυτό άλλαξε και εννοείται ότι αλλάζει η δυναμική της θρησκείας, αλλά μόνο με τον ίδιο τρόπο που η γη μετακινείται, στην αναλογία χρόνου με τον χώρο. Δηλαδή αν η γη μετακινείται κάθε 63.453 χρόνια ανά δύο εκατοστά, τότε μία θρησκεία αλλάζει τη δυναμική και τη διάστασή της κάθε 50 χρόνια.

Αυτό που ήταν στενάχωρο στη φάση με το πέναλτι, είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των φιλάθλων παγκοσμίως, περίμενε ότι θα δώσει ένα πέναλτι σε μία τέτοια φάση. Ήταν μία πιθανότητα την οποία οι ισχυρούν εξαντλούν και η Βραζιλία είναι, μετά το 1958, πανίσχυρη σε όλες τις ποδοσφαιρικές διαστάσεις. Απλώς, έχουν περάσει 4 χρόνια από το προηγούμενο Μουντιάλ, η εικόνα από κάθε γήπεδο μπορεί να έρθει στο σπίτι σου, έχεις παρακολουθήσεις εκατοντάδες ματς, διαιτητικά λάθη, εξοργιστικές αποφάσεις, έχεις προετοιμαστεί για το Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού ξεκινά κάτι πελώριο που δεν αγγίζει μόνο τις φίλαθλες χορδές σου, αλλά και τη ζωή σου (με το Παγκόσμιο Κύπελλο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες συνειδητοποιείς πόσο έχεις μεγαλώσει: τον ρομαντισμό που έχασες, τη διαφορά στον χαρακτήρα σου, ακόμα και τις πιο επιφανειακές αλλαγές, κάτι που δεν είναι απαραιτήτως καλό· ο υπογράφων, παραδείγματος χάρη, έπαιρνε περισσότερα χρήματα στο Μουντιάλ του 2010). Και για αυτό δεν θέλεις από την αρχή να μην διαχωρίζεται από την καθημερινότητά σου.

Οι φίλαθλοι που έχουν γεννηθεί από το 1978 και μετά, δεν έχουν δει μία πολύ καλή εθνική Βραζιλίας. Η τελευταία πραγματικά σπουδαία Βραζιλία, όπως ο κόσμος την έχει στο μυαλό του, ήταν το 1986. Δηλαδή η ομάδα του 1982, με παίκτες 4 χρόνια μεγαλύτερους. Το 1982 οι Βραζιλιάνοι ήταν στην κατάλληλη ηλικία για να αφήσουν το αποτύπωμά τους στην ποδοσφαιρική ιστορία. Το γεγονός ότι δεν έγινε τους διαχωρίζει από την ομάδα του 1970 και είναι μόνο αυτή η διαφορά. Αν η Βραζιλία του 1982, δηλαδή το συγκρότημα του Τέλε Σαντάνα που σημάδεψε τα παιδικά χρόνια των σαραντάρηδων και τα εφηβικά των πενηντάρηδων, είχε κατακτήσει εκείνο το Μουντιάλ, τότε δεν θα υπήρχε καμία πιθανότητα να μην ήταν στη συζήτηση για τις κορυφαίες ομάδες όλων των εποχών. Αν το είχε πάρει, δεν θα υπήρχε λόγος να μην ήταν ένα υπέροχο παράδειγμα για τη χάρη και την κομψότητα με την οποία εκτελούσε τις ασκήσεις της στο γήπεδο.

Η Βραζιλία έγινε θρησκεία από στόμα σε στόμα. Δεν έγινε μόνο για τις ατελείωτες δυνατότητές της. Έγινε επειδή η ιστορία του 20ου αιώνα τη βοήθησε. Η τηλεόραση ήρθε στην Ελλάδα το 1970, ακριβώς με το Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού, με την πεντάδα του Ζάγκαλο. Οι Βραζιλιάνοι ήταν ένα μυστήριο, διότι όλοι προέρχονταν από τις ομάδες της Βραζιλίας. Τώρα υπάρχουν σκάουτερ που κοιμούνται τα ξημερώματα και ξυπνάνε το απόγευμα επειδή παρακολουθούν τρία ματς κάθε νύχτα από διάφορες διοργανώσεις της Βραζιλίας, ενώ υπάρχουν ομάδες που τους πληρώνουν για να μένουν εκεί. Και φυσικά, οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι έρχονται στην Ευρώπη, για να βγάλουν χρήματα και να ζήσουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Το Μουντιάλ είναι κάθε 4 χρόνια, η ζωή είναι κάθε μέρα. Ο Γιάγια Τουρέ εξέφρασε την πρόθεσή του να παίξει στην Παρί Σεν Ζερμέν, μετά τη Μάντσεστερ Σίτι, και να τελειώσει την καριέρα του στην Μπαρτσελόνα. Αυτή είναι η πραγματικότητα: θέλεις να παίξεις στη μόνη ομάδα η οποία πληρώνει πολύ παραπάνω από τα χρήματα που υπάρχουν στο παζάρι. Στην ομάδα που κρατάει τις μεταγραφές σε αχαρτογράφητες οικονομικές περιοχές.

Για την ακρίβεια, μετά το 1982 υπήρχε μία στιγμή που οι ποδοσφαιρόφιλοι πίστεψαν ότι θα αναβιώσει εκείνο το παιχνίδι. Ήταν το 1997, όταν η Βραζιλία πήγε στη Γαλλία για να παίξει το Κύπελλο Συνομοσπονδιών. Τότε ο Μάριο Λόμπο Ζάγκαλο (ο προπονητής της ομάδας του 1970) παρουσίασε τον Ντενίλσον- ο οποίος προσγειώθηκε κυριολεκτικά σαν εξωγήινος στο «Σταντ ντε Φρανς- είχε τον Άλεξ και τον Τζαλμίνια και στο 3-3 με την Ιταλία, ο Ρομάριο μπήκε με την μπάλα στα δίχτυα. Αλλά ούτε ο Τζαλμίνια ούτε ο Ρομάριο ήταν στο Μουντιάλ τον επόμενο χρόνο και το τζόγο μπονίτο, αυτό που ήταν μία υπόσχεση που υπήρχε στον αέρα, δεν έγινε ποτέ.

Μετά το πέναλτι, ήρθε το Μυτάκι. Ήρθε για να σώσει την πρώτη μέρα του τουρνουά. Το πέτυχε ο Όσκαρ, που δεν είναι εκείνος που υπέθετες ότι θα το κάνει. Αλλά τέτοιες στιγμές, ατομικές, είναι που συντηρούν ένα μύθο που αντανακλά σε αυτές τις διοργανώσεις. Και οι Βραζιλιάνοι έχουν μπόλικες τέτοιες.

Είναι το σουτ του τρίτου δακτύλου που εφήρμοσε για πρώτη φορά ο Γκαρίντσα, με την μπάλα να αλλάζει τροχιά, χωρίς να στρίβει. Ο Ριβελίνο, ο Έντερ και ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο (στην τελειότερη μορφή του), μαζί φυσικά με τον Ρομπέρτο Κάρλος, είναι οι επίγονοί του. Είναι τα πόδια πάνω από την μπάλα, ένα κόλπο που συνδέεται άμεσα με τη χορευτική υπόστασή τους και το οποίο εξευτέλισε ο Ντενίλσον το 1998 και το 2002. Είναι η στάση πάνω από την μπάλα, με το σώμα να κινείται και εκείνη να μένει ακίνητη, και τους αμυντικούς να κινούνται με βάση το κορμί. Εξαϋλωση. Είναι η elastic flick ντρίμπλα, που ο τελευταίος που την έκανε ήταν ο Ροναλντίνιο, ο τελευταίος Βραζιλιάνος που εξυπηρετεί τους σκοπούς της θρησκείας, δηλαδή εκείνου του δόγματος που η ταχύτητα υπάρχει αλλά δεν αλλοιώνει την ποιότητα, αλλά που πρώτος την εφήρμοσε ένας υπέροχος αριστεροπόδαρος, ο Ρομπέρτο Ριβελίνο. Το ψαλιδάκι επίσης: ο Λεονίντας, που το έκανε προπολεμικά, θεωρείται από τους πιονέρους του ποδοσφαίρου, ο Ζίκο επίσης το έκανε υπέροχα. Και μετά υπάρχει το μυτάκι: ο Ρομάριο μπορούσε να σκοράρει 100 διαδοχικά γκολ μόνο έτσι, ο Ρονάλντο έβαλε σε μποτιλιάρισμα στον ημιτελικό με την Τουρκία το 2002 και ο Όσκαρ το επανέλαβε, πάνω στην κίνηση, στην πρεμιέρα με την Κροατία.

Η Βραζιλία μπορεί να πάρει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Στο Κόπα Αμέρικα του 2007 έχασε 2-0 από το Μεξικό στην πρεμιέρα (στο ματς που ο Νέρι Καστίγιο ξεγέλασε τη Σαχτάρ Ντόνετσκ και που ο Ολυμπιακός έκανε την καλύτερη εμπορική συμφωνία του, μαζί με αυτή που έστειλε τον Κώστα Μήτρογλου στη Φούλαμ), βρέθηκε ένα πέναλτι μακριά από τον αποκλεισμό από τον τελικό, εκείνο που έχασε ο Πάμπλο Γκαρσία της Ουρουγουάης στη διαδικασία και νίκησε 3-0 το σούπερ φαβορί Αργεντινή στον τελικό.

Φυσικά και η νίκη είναι το πρωτεύον. Αλλά το Μυτάκι είναι ο Τζέισον Μπορν πιασμένος από το εξόγκωμα του γκρεμού λίγο πριν πέσει στο κενό. Μπορεί να σκοτωθεί, αλλά δεν έχει σκοτωθεί ακόμα.

Διαβάστε επίσης

«Η αιχμή του δόρατος»

«Η αιχμή του δόρατος»

Ο Ραφίκ Τζιμπούρ θα είναι η αιχμή του δόρατος της Εθνικής Αλγερίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο.